Ο σκαραβαίος

Είμαι σταματημένη σε ένα φανάρι του περιφερειακού, με τον παλιό, γαλάζιο, πολυταξιδεμένο σκαραβαίο μου. Παρατηρώ γύρω μου να μαρσάρουν επιδεικτικά, χαζογελώντας, άντρες όλων των ηλικιών με τα παιχνιδάκια τους. Προεκτείνουν κάπως τον ανδρισμό τους ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν…

Ένα μικροσκοπικό, ελαφρώς εναλλακτικό άρα χαζό κορίτσι με ένα ηλικιωμένο αυτοκίνητο. Όμως για μένα κρατά ακόμη την αίγλη μιας τρελής και χαρούμενης εποχής. Προφανώς είναι τόσο αστείο αυτό το κορίτσι, με το φούξια φιόγκο καρφιτσωμένο στα μαζεμένα ψηλά μαλλιά του. Ελαφρώς ατημέλητα μαλλιά ή μάλλον με μια δική τους θέληση, που την αποκτούν ευθαρσώς από τον αέρα που μπαίνει από το κατεβασμένο παράθυρο.

Κοιτάζω γύρω μου χωρίς σαστιμάρα, έτοιμη να την προκαλέσω εγώ σε εκείνους τους κυρίους, γιατί όσο ήρεμη και χαλαρή κι αν μοιάζω στο μικροσκοπικό κορμί μου, μέσα μου ουρλιάζει η ψυχή μιας μεγάλης φεμινίστριας, μιας απαιτητικής κυρίας και μια αξιοπρέπεια το δίχως άλλο κληρονομική αλλά κι επίκτητη, από έναν πατέρα που μεγάλωσε ένα αγοροκόριτσο με απίστευτα υπέρμετρο εγώ.

Η μουσική δυναμώνει στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου

κι η σκέψη μου τρέχει με χίλια σε μακρινές κατάλευκες παραλίες και διάφανα νερά για να μη με αφήσει να γίνω κακή. Πιστεύω και στο κάρμα βλέπεις… Αλλά μέσα μου η Ελληνίδα φωνακλού θα υπερισχύσει. Το νιώθω!

Δυναμώνω λίγο παραπάνω τη μουσική κι αρχίζω να τραγουδώ ώστε να μην ακούω αυτή τη φασαρία γύρω μου. Δε θα κλείσω το παράθυρό μου – είναι κι ολόκληρη διαδικασία στο παλιό μου αυτοκινητάκι, που δεν έχει ηλεκτρικά παράθυρα – κι ας μυρίζει απαίσια ο αέρας, ποτισμένος με το καυσαέριο όλων αυτών των αυτοκινήτων που μαρσάρουν.

Η εσωτερική μου φωνούλα μου λέει να κάνω λίγη υπομονή όσο να ανάψει το φανάρι και να εξαφανιστώ εκτός πόλης, εκεί που η φύση μοσχοβολάει και το πράσινο χρώμα γεμίζει τη ματιά μου. Αρχίζω να τραγουδώ δυνατά το αγαπημένο μου rock τραγούδι, που ήρθε στο ραδιοφωνάκι μου σαν από μηχανής Θεός. “Ένας τρόπος μόνο υπάρχει να διαλύσεις αυτούς τους ταλαίπωρους κυρίους, νεαρούς και μη, την κακή συμπεριφορά τους και την ενόχληση που σου προκαλούν. Ένας τρόπος και μάλιστα τόσο απλός…” ακούω μια φωνή στο κεφάλι μου.

Το φανάρι ανάβει πράσινο και ξεκινώντας, αρχίζω να φωνάζω στους γύρω μου:

“Καλή συνέχεια στην πόλη! Πάω διακοπές!”

και κορνάροντας χαρούμενα απομακρύνομαι, αφήνοντας πίσω, όχι άλλα χαμόγελα κοροϊδευτικά αλλά σκυθρωπά, σαστισμένα πρόσωπα…

Άντε γεια σας!

Δείτε ακόμη...

Απάντηση