Σημειώσατε σκορ…

Ήθελα να μου φωνάξεις “Μείνε.”, “Μη φεύγεις.”. Αλλά μπα. Τίποτα. Φταίει που σου είχα πει πως τα θέλω “Όλα ή τίποτα.”, και αποφάσισες να με αφήσεις με το δεύτερο. Ή μάλλον όχι, μου άφησες λίγες τύψεις. Είχα αλλάξει την κοσμοθεωρία μου για λίγες στιγμές μαζί σου. Όλα μου τα “ποτέ” κι η ηθική μου πήγαν έναν περίπατο κι επέστρεψαν να με στοιχειώσουν μετά. Κι αν ακόμα δεν τα έχουν καταφέρει, είναι γιατί τα πολεμά η ζήλεια μου. Ωρύεται, βρυχάται σαν άγριο ζώο, αναρωτιέται, απορεί πώς γίνεται να προτιμά εκείνη, τρελαίνεται στην ιδέα του χρόνου που ξοδεύεις μαζί της, στην ιδέα των αναμνήσεων που φτιάχνεις. Με πείθει πως δεν την αγαπάς. Αλλιώς δε θα έψαχνες σε μένα την οικειότητα, το χάδι, την κουβέντα, τον ίδιο τον έρωτα. Θα ήσουν πιο δυνατός, θα ήσουν ακλόνητος κι ας ήμουν εγώ ο κυνηγός κι εσύ το αθώο θήραμα, ας ήμουν η σειρήνα κι εσύ ένας νέος Οδυσσέας. Κι ας ήμουν εγώ μια παρείσακτη, ένα τρίτο πρόσωπο, ένας μικρός δαίμονας ανίσχυρος κι ανόητος, να νομίζει πως μπορούσε να τα καταφέρει με έναν έρωτα που δεν υπήρξε ποτέ.

Η λογική μου προσπαθεί ακούραστη να σε καταστρέψει στα μάτια μου, να σε εκμηδενίσει, να φωνάξει πως σίγουρα δεν ήμουν η μόνη σειρήνα, απλώς ένιωθες μόνος κι ήθελες κάποια να σ’ ακούσει, να σε καταλάβει, να σ’ αγγίξει. Είχες ανάγκη από ένα μικρό, ήσυχο λάθος που δε θα το μάθαινε ποτέ κανείς. Από λίγο χρόνο στα κρυφά κι ένα κρεβάτι δίχως συναισθήματα, δίχως υποχρεώσεις, δίχως διεκδικήσεις. Έτσι αβίαστα και εύκολα όπως δόθηκα, έτσι εύκολα θα χανόταν ξανά. Κι η καρδιά μου της λέει να σωπάσει. Μονάχα εκείνη ξέρει πως το μυαλό μου δεν το ακούω ποτέ. Κι η λογική συνεχίζει να γκρινιάζει μέσα στα αυτιά μου πως “Ναι, δεν την αγαπά γιατί οι αγάπες δεν είναι έτσι. Μόλις σου λείψει κάτι, δεν το ψάχνεις κάπου αλλού. Δεν την αγαπά, μήτε έρωτας είναι. Αν ήταν έρωτας θα καιγόταν στη σκέψη της. Αλλά δεν μπορεί να αγαπήσει καμιά, ούτε εσένα θα σε αγαπούσε. Μην είσαι ανόητη. Τίποτα δε σε κάνει διαφορετική. Μόλις τον άφηνες μόνο θα έκανε τα ίδια, με την επόμενη. Χρειάζεται κάτι που δε θα τον σκοτίζει πολύ, κάτι που δε θα τον φοβίζει, δε θα τον ανησυχεί, κάτι μακρινό, αποστασιοποιημένο. Χρειάζεται κάτι χωρίς απαιτήσεις, κάτι που θα τον αφήνει απερίσπαστο να κυνηγήσει τα θέλω του. Οι αληθινοί έρωτες κορίτσι μου δεν το κάνουν αυτό. Δε χρειάστηκε ποτέ  κάτι σαν εσένα. Όχι κάτι που θα τον αναγκάζει να προσπαθεί και να παλεύει με συναισθήματα άγρια σαν τη θάλασσα. Με σένα έπρεπε να προσπαθήσει. Κι εκείνος ήθελε απλά να ησυχάσει. Εσύ δεν ησυχάζεις ποτέ.”.

“Τώρα γιατί ζηλεύεις; Εσύ δεν λες πως είσαι ερωτευμένη; Εσύ δε λες πως θέλεις να είναι ευτυχισμένος; Εσύ δε λες πως είναι υπέροχος και του αξίζει το καλύτερο; Εσύ τα λες. Τώρα γιατί ζηλεύεις και τρελαίνεσαι; Εγωισμός δεν είναι η ζήλεια; Γιατί τον κρίνεις; Ακόμη κι αν είχες δίκαιο. Γιατί; Είμαστε οι επιλογές μας. Επέλεξε. Κι εσύ επέλεξες. Τώρα γιατί ζηλεύεις; Πότε έγινες γκρινιάρα κι εγωίστρια; Πότε πρόλαβες – να πάρει η οργή – τόσο να ερωτευτείς;”

“Στην τελική καλά να πάθει. Να μείνει μαζί της. Ήσουν ποτέ δεύτερη; Γιατί να είσαι τώρα; Ή μήπως δεν τον είδαμε τον ανταγωνισμό; Αντικειμενικά είσαι καλύτερή της.”

“Τότε γιατί διαλέγει εκείνη;”

“Δεν είπαμε; Γιατί μπορεί να ζει μακριά της. Να αναπνέει, να δουλεύει, να σκέφτεται, να περνάει καλά. Μακριά σου θα μπορούσε;”

“Δε θα σε ψάξει ποτέ. Άφησέ τον πίσω. Εκεί που καταχωνιάζουμε αυτά που προσπεράσαμε. Εκεί που δε μένουν ούτε καν τα απωθημένα. Μην τον ψάξεις ποτέ. Γιατί ο χρόνος περνά. Χαμογέλα αντί να αυτοκαταστρέφεσαι.”

“Ναι. Αλλά τα μάτια του…”

“Εκείνα τα μάτια δεν έμαθαν ποτέ να κοιτάζουν μέσα σου. Εκείνα τα μάτια δεν νοιάστηκαν ποτέ αλήθεια αν θα σε πληγώσουν. Εκείνα τα μάτια πρέπει να νοιαστούν για τον εαυτό τους, γλυκιά μου. Δεν έχουν χρόνο τώρα πια για τους άλλους.”

“Θα του μάθω εγώ. Και για τον εαυτό του και για τον κόσμο. Γιατί εγώ νοιάζομαι. Όλα ή τίποτα. Όλα πολύ. Το τίποτα δεν είναι επιλογή.”

Έτσι περνούν οι νύχτες μου. Τα παρακολουθώ να παλεύουν. Είχαν ξεκινήσει να κάνουνε τραμπάλα, χοροπηδώντας σε μια ζυγαριά. Χτες το ρίξανε στο μποξ και γέμισε το ρινγκ αίμα. Καρδιά – Λογική. Απόψε παίζουν ποδόσφαιρο. Και φταις εσύ γι’αυτό. Κλοτσάνε με δύναμη τη μπάλα. Ούτε καν δοκάρι. Βαρέθηκα να κρατώ και το σκορ… Είχαμε μείνει στο 5-2 νομίζω. Και ξαφνικά ισοπαλία! Πάμε για τα πέναλτι απόψε.

Δείτε ακόμη...

Απάντηση