Πώς να ορίσεις τη μάνα;
Πώς να τη βάλεις σε καλούπια και πώς να της βάλεις ταμπέλες, ετικέτες;
Είναι μονάχα εκείνη που σε φέρνει στον κόσμο, που σου δίνει ζωή ή μήπως εκείνη που μετράει μαζί σου στιγμές;
Το πρώτο σου χαμόγελο την κάνει να χαίρεται περισσότερο από όλους, οι πρώτες σου λέξεις που η αναμονή τους μπορεί να κουράσει και τον πιο υπομονετικό, και που στο τέλος δεν είναι και κάτι ιδιαίτερο, εκείνη την κάνουν τρισευτυχισμένη και υπερήφανη.
Τα πρώτα σου βήματα στον κόσμο, τόσο ασταθή, τόσο μικρά κι ασήμαντα για την ανθρωπότητα, τόσο σημαντικά και μοναδικά για κείνη.
Όταν στυλώνεις τα πόδια σου, αποφασισμένη να γίνει το δικό σου, εκείνη έχει ένα μαγικό τρόπο να σε πείσει να αφήσεις πίσω την ισχυρογνωμοσύνη και να δοκιμάσεις και αυτό που σου προτείνουν οι άλλοι.
Το πρώτο σου δάκρυ, τη θυμώνει μανιωδώς γιατί κάποιος τόλμησε να σε λυπήσει και να σε κάνει να κλάψεις.
Η παραμικρή ένδειξη πως κάτι δεν είναι σωστό στην υγεία σου φτάνει για να την αγχώσει, να την τρομοκρατήσει, μα αν χρειαστεί θα σταθεί δίπλα σου ακοίμητος φρουρός, τέρας ψυχραιμίας και θα προσπαθεί πάντα να φτιάξει τη διάθεσή σου και να μην τη δεις ποτέ θλιμμένη, να σου δώσει δύναμη ακόμη κι αν εκείνη νιώθει πως την έχουν εγκαταλείψει οι δικές της δυνάμεις, η ελπίδα και η πίστη της.
Ποια είναι εκείνη που χτένιζε τα μαλλιά σου όταν εσύ μικρή δεν μπορούσες και ποια σε έντυνε στοργικά, ετοίμαζε το πρωινό σου με αγάπη και έβαζε στην τσάντα το κολατσιό σου για να μη συ λείψει τίποτα όταν είσαι μακριά από το σπίτι;
Ποια χαιρόταν με τις χαρές σου και ενθουσιαζόταν με την παραμικρή επιτυχία σου αλλά οι αποτυχίες σου την άφηναν παγερά αδιάφορη γιατί όπως έλεγε «Η προσπάθεια μετράει…» και ήταν απόλυτα πεπεισμένη πως θα τα καταφέρεις την επόμενη φορά ή απέτυχες μόνο και μόνο επειδή κάποιος σου έβαλε τρικλοποδιά;
Ποιανής η καρδιά χοροπηδούσε από αγωνία στο άκουσμα του κουδουνίσματος του τηλεφώνου, τρομοκρατημένη από την απουσία σου και με το μόνιμο φόβο, μήπως σου έχει συμβεί κάτι κακό και με τις τύψεις να την βασανίζουν πως δεν ήταν εκεί για να σε προστατέψει.
Ποια έφτιαχνε με το νου της, τις πιο παράλογες και τρομακτικές ιστορίες με πρωταγωνιστή εσένα κάθε φορά που καθυστερούσες να επιστρέψεις σπίτι, γιατί απλώς πέρναγες ευχάριστα και ξεχνιόσουν;
Ποια άκουγε τα παράπονά σου, ποια είχε υποστεί την αέναη νευρικότητά σου στα εφηβικά, επαναστατικά σου χρόνια;
Ποια στήριζε κάθε σου καινούριο ξεκίνημα, κάθε απόφαση, κάθε ονειροπόλο σκίρτημα για δόξες και τιμές, κάθε σχέδιο για τη ζωή, κάθε ταξίδι στα άστρα;
Θα’ θελες τόσο να της μοιάσεις όταν έρθει η ώρα… Έτσι;