Οι εφιάλτες

Ξυπνάς ξημερώματα στον καναπέ. Τυλιγμένη αδέξια μέσα σε μια fleece κουβέρτα. Περιτριγυρισμένη από τα πεταμένα ρούχα της χθεσινής βραδιάς. Στο τραπεζάκι ένα ποτήρι κι ένα μπουκάλι κρασί. Άδεια και τα δυο. Το τασάκι δίπλα τους, γεμάτο με τα αποτσίγαρα και τα απομεινάρια ενός πακέτου.

Σηκώνεσαι αυτοματοποιημένα και πηγαίνεις στο μπάνιο. Μόνο για να έρθεις αντιμέτωπη με τους φόβους που αντικρίζεις στον καθρέφτη. Τις μουτζούρες από τη μάσκαρα που δεν ξέβαψες χθες. Ναι… Έκλαιγες πάλι. Αλλά γιατί; Αναρωτιέσαι. Δε θυμάσαι. Λες ψέματα!

Εφιάλτες έγιναν οι σκέψεις σου, εφιάλτες και εκείνες οι αναμνήσεις.

Πλέον δεν είναι υποθέσεις αλλά μαρτυρίες και εκμυστηρεύσεις.

Βάζεις λίγο καφέ στην κούπα και κάθεσαι στο τραπέζι. Το τσιγάρο καίει μόνο του καρφιτσωμένο στα δάχτυλά σου. Ο καφές παγώνει. Δεν αγγίζεις τίποτα. Δεν λες τίποτα. Δεν κινείσαι.

Απλά αναπνέεις και προσπαθείς να ξεχάσεις αυτό που είδες. Παλεύεις να βρεις αυτό το νοητό κουμπάκι delete στο μυαλό σου. Νομίζεις τα κατάφερες, χαμογελάς και λες συνεχίζουμε. Μόνο για να ξυπνήσεις αυτή τη φορά στο κρεβάτι από έναν άλλο εφιάλτη, πιο έντονο αυτή τη φορά, σχεδόν αληθινό. Τόσο αληθινό που δεν ξέρεις τι σε τρομάζει περισσότερο. Να’ ναι η σκέψη ότι δεν μπορείς να ξυπνήσεις ή ότι μήπως η πραγματικότητα; Απλά δεν είσαι εσύ η πρωταγωνίστρια και σα θεατής παράστασης θεατρικής, καθηλωμένη στη πρώτη θέση, περιμένεις να πέσει η αυλαία. Να υποκλιθούν οι ηθοποιοί – που δεν είναι ηθοποιοί μα ούτε κομπάρσοι – και εσύ να σηκωθείς αργά από τη θέση σου γυρνώντας την πλάτη. Μα δε θα το κάνεις γιατί κάπου εκεί, πριν το τέλος, θα έχεις ξυπνήσει ιδρωμένη και μες στα δάκρυα.

Βλέπεις εφιάλτες λες, μα δεν τους μοιράζεσαι. Δεν μπορείς να μιλήσεις για αυτούς, γιατί υποτίθεται πως δεν υπάρχουν πια. Όλα αυτά, λες, δε σε αγγίζουν κι έχεις κάνει ένα βήμα μπροστά. Μακριά από το παρελθόν.

Νέα αρχή, είπες μέσα σου.

Δεν μπορείς να διαλέξεις τις λέξεις για να περιγράψεις αυτό που ζεις στον ύπνο σου. Δεν μπορείς να αποφασίσεις αν αντέχεις αυτό που ζεις όταν είσαι ξύπνια. Και τι είναι οι εφιάλτες; Εικόνες της φαντασίας μας, λέει ο λαός. Αποκυήματα. Μα τι τα δημιούργησε;

Μπορεί άραγε η αγάπη, η αφοσίωση, ο έρωτας, να παρακάμψουν αυτά που σε ράγισαν, σε έκοψαν, σε πλήγωσαν αθόρυβα;

Πολλοί αναρωτιούνται αν “Συγχωρείται η Προδοσία”.

Εγώ θα ρωτήσω…

“Ξεχνιέται;”

Δείτε ακόμη...

Απάντηση